Thursday, March 25, 2004

αρχιτεκτονικό λεξικό: μέρος Ι

μια μεγάλη χειρονομία: μπορεί να αναφέρεται σε οτιδήποτε (συνήθως γραμμικό) π.χ. ένα μεγάλο οδικό άξονα, ένα μεγάλο κτίριο ή συγκρότημα κτιρίων, ένα δίαδρομο κλπ. / εναλλακτικά: μια ξεκάθαρη κίνηση

χώρος κίνησης: ο διάδρομος ή οποιοδήποτε κομμάτι κτιρίου που κινείται πολύς κόσμος

κατασκευή: οτιδήποτε έχει ή μπορεί να κατασκευαστεί(!) π.χ. κτίριο, δρόμος, πόλη, έπιπλο, πόμολο κλπκλπ.

ανοίγματα: παράθυρα, πόρτες

το κενό και το πλήρες: κενό = άχτιστο κομμάγι γης ή μεγάλος χώρος σε κτίριο με μικρότερους χώρους(π.χ. το αίθριο σε ένα κτίρο γραφέιων), τα ανοίγματα μιας κατασκευής , πλήρες = σχεδόν κάθε τι άλλο / παράγωγα: α.Τρομοκενίτες: παρατσούκλι που αναφέρεται σε πιθανούς οπαδούς της Ομάδας στον Τρόμο του Κενού, ομάδα αρχιτεκτόνων στη Αθήνα, που σε ανύποπτο χρόνο καταλαμβάνει ταράτσες, ακάλυπτους και άλλους κενούς χώρους κάνει "happenings" απροσδιόριστης έμπνευσης και θολού στόχου β.φόβος του κενού: ο φόβος απέναντι στο λευκό χαρτί που νιώθει κάθε ευσυνείδητος (και ευαίσθητος) αρχιτέκτονας, προτού να ξεμπλοκάρει από το βάρος των ευθυνών που τον ζορίζουν και να ξεκαθαρίσει κάτι ανάμεσα στον χείμαρρο των ιδεών που τον κατακλύζουν

ανεστραμμένο δοκάρι: τεχνική ορολογία που σημαίνει το δοκάρι που το κομμάτι που συνήθως φαίνεται, από το ταβάνι και κάτω, δεν φαίνεται πια αφού βρίσκεται πάνω από το ταβάνι ( ο όρος υπονοεί ακριβή, εξεζητημένη κατασκευή και σοβαρή παρέμβαση αρχιτέκτονα) / αντίθετο: δοκάρι (ο όρος κατ-εστραμμένο δοκάρι αν και γραμματικά σωστός είναι αδόκιμος)

|