Thursday, September 07, 2006

ο κύριος Δημήτρης

συνέχεια από εδώ(1) και εδώ(2)

Image Hosted by ImageShack.us

Ως άρτι αφιχθείς από πολύχρονη παραμονή στη Γαλλία, ο κος Δημήτρης χρειάστηκε λίγο καιρό για να νοικιάσει το ιατρείο κοντά στη Μαβίλη. Έτσι, η πρώτη συνάντηση έγινε στο γραφείο του σπιτιού του. Είχε συνεννοηθεί με τη μητέρα μου να πηγαίνω κάθε φορά με ένα δίφραγκο στο χέρι, δίφραγκο από τα λεφτά που μου έδιναν ως χαρτζιλίκι. Όπως έμαθα, ένας βασικός κανόνας στις συνεδρίες είναι να ξέρεις ότι όλο αυτό έχει οικονομικό αντίτιμο και ότι το επωμίζεσαι εσύ. Ότι αγοράζεις κάτι. Για να μη δένεσαι υποθέτω και βλέπεις τον άλλο σαν πατέρα, αδερφό, φίλο ή γκόμενο. Μεν εμένα λόγω ηλικίας το κανονικό αντίτιμο το πλήρωναν οι γονείς μου και το ήξερα, αλλά το ζήτημα «δίφραγκο» ήταν συμβολικό: έπρεπε να το δίνω ΕΓΩ.

Δεν μπορώ να πω ότι θυμάμαι και πολλά πράγματα από την πρώτη επίσκεψη. Δυο τρία μονάχα. Ότι έβλεπα πολλά βιβλία τέχνης γύρω γύρω που έδειχναν πρόσφατα. Δεν είχα ξαναδεί σε φιλικό σπίτι τόσα βιβλία, που να μη θυμίζουν όμως εγκυκλοπαίδεια. Το σπίτι μου φάνηκε πολύ μοντέρνο. Φωτεινό, με λευκό δερμάτινο καναπέ και λιτή επίπλωση. Μικρή σχέση με το δικό μας. Το άλλο περίεργο ήταν ότι δεν ήξερα τι θα κάνω με τον κύριο Δημήτρη. Τι καινούργιο θα συνέβαινε που θα μπορούσε να με βοηθήσει? Η πρώτη έκπληξη ήρθε μόλις χτύπησα το κουδούνι. Ενώ μέχρι τότε δεν θυμάμαι να είχα μείνει τετ-α-τετ σε κλειστό χώρο εκτός των δωματίων του σπιτιού μου με κανέναν άλλο «θεραπευτή» μου, συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να αντέξω τρία τέταρτα με αυτόν τον χαμογελαστό κύριο με το οικείο μουσάκι. Που με ένα άγνωστο σε εμένα τρόπο θα με έκανε καλά. Μετά από χρόνια συνειδητοποίησα ότι μου θύμιζε το μουσάκι του Lenin, του Ελ. Βενιζέλου και του Freud. Ήμουν στην Πέμπτη δημοτικού.

Οι κανόνες μπήκαν στην αρχή. Μου είπε για το δίφραγκο, για το ότι αν και μέναμε κοντά όσο καιρό διαρκούσε η θεραπεία μου θα απέφευγε οιαδήποτε σχέση με τους γονείς μου γιατί έπρεπε να τους βλέπει με τα δικά μου μάτια, ότι θα μου έδινε μια λευκή κόλλα χαρτί, ένα σετ μαρκαδόρους και εγώ θα έπρεπε να ζωγραφίζω τη μισή ώρα και την υπόλοιπη να του περιγράφω τη ζωγράφιζα και να κουβεντιάζουμε. Εκείνος, όσο εγώ ζωγράφιζα δεν θα έλεγε τίποτε εκτός αν τον ρωτούσα.

Αυτό και έγινε. Τα τρία τέταρτα της πρώτης συνεδρίας πέρασαν. Και ήρθε η επόμενη εβδομάδα και η επόμενη και η επόμενη. Εκμεταλλευόμενη την «άφωνη» ώρα της ζωγραφικής, έπεφτα με τα μούτρα στους μαρκαδόρους και μετά έλεγα ότι κατάφερνα να ψελλίσω στον υπόλοιπο χρόνο. Οι ερωτήσεις του τέλους μου φαινόντουσαν αστείες. Από τα λίγα που θυμάμαι, έλεγα τι ζωγράφιζα, γιατί το ζωγράφισα έτσι και αν προέκυπτε κάποια ερώτηση από αυτό με ρώταγε κάτι και ο ίδιος. Στην αρχή μου άρεσε το μοτίβο αυτό.

Μετά από λίγο καιρό άρχισα να θυμώνω. Μου φάνηκε κοροϊδία να ζωγραφίζω την περισσότερη ώρα και ακόμη και την ώρα της συζήτησης να μιλάω περισσότερο εγώ. Άσε που με ρώταγε τι νομίζω για αυτό? Γιατί λέω το τάδε και άλλα τέτοια. Αυτός πληρωνόταν, αυτός έπρεπε να με ρωτάει πάνω σε ένα θέμα, εγώ να του απαντάω και να βγάζει ένα συμπέρασμα που να μου το ανακοινώνει. Σαν διάγνωση ένα πράγμα. Κάποια στιγμή αργότερα τον είχα ρωτήσει θυμάμαι και πόσο καιρό θα μου έπαιρνε. Το μυαλό μου είχε μάθει να στηρίζεται στην ξερή λογική, το ένα και ένα κάνει δυο. Μου αποκάλυψε ότι δεν ήξερε. Θα εξαρτιόταν και από εμένα. Εκεί τσαντίστηκα. Τι δεν ήξερε? Και τι θα μπορούσα να κάνω εγώ? Γιατί δεν μου το έλεγε να τελειώνουμε? Τόσα χρόνια από εδώ και από εκεί, ένιωθα ένα φρικιό. Μια μοναχικότητα που δεν μπορούσα -ή δεν ήθελα μάλλον- να μοιραστώ με κανέναν. Τι? Θα έλεγα σε όσα παιδάκια έκανα παρέα ότι όταν εκείνα πάνε γαλλικά, κολυμβητήριο, βόλεϊ, ή απλά χαζεύουν εγώ έχω γυρίσει όλους τους πιο μυστήριους γιατρούς της Αθήνας που αυτοί δεν είχαν ξανακούσει? Να ήταν τουλάχιστον ένας παιδίατρος… Και ποια βασίλισσα το καταδέχεται άλλωστε? Ξερό, αγύριστο κεφάλι.

Για τα τότε δεδομένα μου, η απόφαση που πήρα εκείνη τη στιγμή ήταν σοφή. Όπως και να είχε δεν είχα άλλη επιλογή. Μπορεί, -ενδέχεται, ποιος ξέρει?- ο κόσμος να μην ήταν στηριγμένος στην ξερή λογική. Μπορεί οι γιατροί να μην έχουν πάντα μια απάντηση για όλα, μπορεί να μη χρειάζεται να την ξέρω γιατί μόνο τότε θα λειτουργήσει. Ίσως έπρεπε να αφεθώ στο άγνωστο. Τρόμαξα με το αβέβαιον της πορείας μου. Τουλάχιστον θα μιλάω καλά κάποτε?, ρώτησα (κάνοντας κανένα 5λεπτο). Μπορεί, μου είπε. Η ώρα μας τελείωσε. Σηκώθηκα και έφυγα. έπρεπε να κάνω ένα άλμα στο κενό? Και αν έπεφτα? Γιατί που είχα να πέσω? Εκείνη τη φορά έφυγα με ένα βάρος. Δύσκολο πράγμα η συνειδητοποίηση της αβεβαιότητας. Του ασταθούς παράγοντα. Του μη ελέγξιμου. Τώρα το συνειδητοποιώ. Πρέπει να ήταν η πρώτη φορά που ερχόμουν σε επαφή με την αβεβαιότητα. Το κέλυφος της οικογένειας των περισσότερων παιδιών άλλωστε, δεν το επιτρέπει. Για αυτό και οι περισσότεροι ζορίζονται ιδιαιτέρως μόλις πρωτοβγουν στον "έξω" κόσμο. Λογικό. Μα η ερώτηση συνέχιζε να τριγυρνάει στο μυαλό μου, μέρα νύχτα: Λες να μιλάω πάντα έτσι? Θα ακολουθούσαν και φορές που θα έφευγα σαν πουλάκι, αναζωογωνημένη και με μια αίσθηση δύναμης. Της δύναμης που πηγάζει από την αυτογνωσία. Άλλες φορές έφευγα με απλώς, «καμία ιδιαίτερη αίσθηση».

Τότε δεν ήξερα ούτε ότι υπάρχουν διάφοροι τρόποι αντιμετώπισης του ασθενούς/πελάτη, ούτε το βασικό, το οποίο κατάλαβα πολύ αργότερα: δεν είχε καμία έννοια να μάθω τι πίστευε ο ειδικός. Να μου το ανακοινώσει και εγώ σαν καλή μαθήτρια να πω στον εαυτό μου «πρέπει να το κάνω», να με κουρδίσω και από την επομένη να το κάνω. Σημασία είχε να ερμηνεύσω μόνη μου αυτό που με απασχολούσε κάθε φορά. Πως? Στηριζόμενος πάνω σε όσα του είχα πει, ο κος Δημήτρης θα πάταγε και με κατάλληλες ερωτήσεις θα με οδηγούσε να δώσω μόνη μου την απάντηση, την όποια, την Χ απάντηση, στο πρόβλημα που με ταλάνιζε σε εκείνη τη συζήτηση. Σωστή ή λάθος, η απάντηση αυτή καθεαυτή δεν μας ενδιέφερε τόσο, από ότι αντιλαμβάνομαι τώρα, όσο το ότι το μυαλό μου έδειχνε προς μια κατεύθυνση. Από αυτό, ο άνθρωπος αυτός καταλάβαινε για μένα ένα σωρό πράγματα. Όχι απαραίτητα σχετικά με το θέμα που κουβεντιάζαμε σε κάθε συνεδρία, μα καταλάβαινε εμένα. Και μετά με κατηύθυνε με κατάλληλες ερωτήσεις να ψάξω σε άλλες γωνίες του μυαλού μου. Και όλο αυτό ξανά και ξανά. Σε βάθος χρόνου οι απαντήσεις μου θα άλλαζαν. Και οι ερωτήσεις που θα τις ακολουθούσαν επίσης.

Τη χρονιά αυτή, την πρώτη χρονιά με τον κο. Δημήτρη έκανα μερικά μικρά βήματα προόδου. Έβρισκα μερικές λέξεις που με βοηθάνε «να πάρω μπροστά» και να αραδιάσω άλλες 5-6 στη σειρά. Μια από τις πρώτες φορές θυμάμαι τρώγαμε. Ο πατέρας μου πήγε να πνιγεί. Επικράτησε μια αμήχανη πάυση, που με έκανε χαρούμενη και με άγχωσε παράλληλα. Λες να ήταν αυτό? Λες να μιλάγα πλέον όπως όλοι οι άλλοι? Μετά μπορεί να ξανακόλλαγα αλλά ήταν κάτι. Είχα αρχίσει να σκαρφίζομαι tricks για όταν ζορίζομαι, έτσι ώστε να μη χρειαστεί να μιλήσω. Ή έστω να μιλήσω ελάχιστα μα "σωστά". Αυτά που λέγαμε και στα comments του δεύτερου post. Μερικά από αυτά τα έχω ακόμη και σήμερα. Από σημειώματα και χειρονομίες, μέχρι τη χρήση κάποιων λέξεων κανονικών ή αργκό που μου έβγαιναν εύκολα ή το «να υποδύομαι κάποιον άλλο» που φάνταζε στα μάτια μου über-cool. Το οπλοστάσιο των τεχνασμάτων ή των keywords που μου έδιναν τη φόρα κάθε φορά για να σταυρώσω δυο λέξεις της προκοπής ("σαν φυσιολογικός άνθρωπος" έλεγα τότε) άλλαζε όταν έβλεπα ότι έπαυε να δουλεύει. Φυσικά ακόμη δεν μπορούσα να πω το όνομά μου. Ούτε τώρα μπορώ να το πω εύκολα.

Λίγους μήνες μετά, ο κος Δημήτρης ζήτησε από τη μητέρα μου να κατέβει στο γραφείο του να κουβεντιάσουν για εμένα. Η διάγνωση ήταν απλή και ασαφής μαζί. Τα λέω σε ελεύθερη μετάφραση, κολλώντας πράγματα που έμαθα χρόνια μετά ότι είχαν ειπωθεί τότε και πράγματα που κατάλαβα μόνη μου μετά από πολλές πολλές συνεδρίες. Ότι δεν είχα τίποτα οργανικό (νοητική καθυστέρηση ή κάτι άλλο) ήταν προφανές. Ότι είχα μια γενικότερη σύγχυση επίσης. Είχα μπερδέψει τους ρόλους της μάνας και της γιαγιάς, είχα συνδέσει το γεγονός ότι για να είμαι αποδεκτή έπρεπε να είμαι τέλεια, με αποτέλεσμα να έχω μπλέξει σε ένα loop που από τη μια επιζητούσα απεριόριστη προσοχή, θαυμασμό και αγάπη, από την άλλη είχα πεισθεί ότι πρέπει να μη δίνω αφορμή για κανένα αρνητικό σχόλιο, να είμαι άψογη σε όλους και σε όλα, όπως οι βασίλισσες, πριγκίπισσες των παραμυθιών κλπ που είχα μάθει να θαυμάζω και που με είχαν πείσει ότι είμαι. Roughly speaking το «πρόβλημα» που είχα βγάλει ασυνείδητα τραβούσε πάνω μου την προσοχή, μα παράλληλη μου κατέστρεφε την ιδανική glossy εικόνα. Και όσο συνέβαινε αυτό τόσο είχα ανάγκη να μην «εκπέσω» του θαυμασμού ή της αγάπης κανενός από όσους με περιτριγύριζαν. To loop που λέγαμε προηγουμένως. Και με τη βούλα. Φαύλος κύκλος. Γόρδιος Δεσμός και εγώ ανάμεσα. Ο Μέγας Αλέξανδρος τον έκοψε. Λίγα χρόνια μετά κατάλαβα ότι αυτό έπρεπε να κάνω και εγώ. Να κόψω το καύσιμο που πυροδοτούσε αυτό τον αέναο στροβιλισμό. Αλλιώς δεν θα έβγαζε πουθενά.

Τουλάχιστον είχα αρχίσει να καταλαβαίνω μερικά πράγματα.

|

6 Comments:

At 9/07/2006, Blogger Ιφιμέδεια said...

Εύη σε παρακολουθώ με αμείωτο ενδιαφέρον. Είναι καταπληκτικό πόσο αν και μικρή ξεκίνησες ένα ταξίδι τέτοιο μέσα σου.
Τώρα που το σκέφτομαι κι εγώ σε εκείνη την ηλικία ένιωθα να διαφέρω τόσο από τα γύρω μου παιδιά -για τελείως διαφορετικούς λόγους- αλλά και πάλι: πόσα πράγματα σκεφτόμασταν ήδη από τότε...

 
At 9/08/2006, Blogger Rodia said...

evee, είχα και'γώ μια συμμαθήτρια στη Ε' και ΣΤ' δημοτικού που δεν μιλούσε.. και δεν καταλάβαινα γιατί.. μιλούσε (με μια παράξενη βραχνάδα) μονάχα όταν θύμωνε. Ηταν πανέξυπνη και πολύ καλή μαθήτρια -στα γραπτά. Αν δεν ήσουν τόσο πολύ νεότερή μου, θα νόμιζα ότι πρόκειται για σένα!:-)

Τα αποκαλυπτικά άρθρα σου είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα, όχι μόνο για όσους έχουν τυχόν διαβεί παρόμοια κανάλια, αλλά και για τους υπόλοιπους. Βοηθούν στο να κατανοηθούν συμπεριφορές, βοηθά τους γονείς να έχουνε τα μάτια ανοιχτά... κλπ κλπ... και.. ΜΠΡΑΒΟ..!!!

Α! για ρίξε μια ματιά σε κάτι πολύ ενδιαφέρον, στου OldSkipper . Νομίζω ότι θα σε ενδιαφέρει. Αναφέρεται σε νέες τεχνολογίες φιλικές προς το περιβάλλον και κοίταξε να μη με βγάλεις ψεύτρα όταν ίσχυρίζομαι πως -->>> Οι αρχιτέκτονες είναι η αιχμή του δόρατος στην προώθηση νέων ιδεών πάνω στο θέμα "οικοδόμηση" <<<--. Ετσι;

σμουτς!:-)

 
At 9/11/2006, Blogger vanesssa said...

Nice post! :-)

 
At 9/13/2006, Blogger evee said...

would you love me any better, με εκπλήσσει το ότι αυτα τα posts έφτασαν τόσο μακριά. Ένας σκοπός των κειμένων ήταν και αυτός μα ειλικρινά, δεν το πολυπερίμενα. Όπως φαντάζεσαι σε πολλές οικογένειες έχουν γεννηθεί δεύτερα και τρίτα παιδιά. Μακάρι να ήταν τόσο απλό ( συγχώρεσέ με μα σκέφτηκα "απλοικό" - που είναι τα διαλυτικά?) όσο αυτό που λες. Ίσως τότε να είχε λυθεί νωρίτερα.

Στην ουσία άρχισε από το γεγονός αυτό μα πάτησε τόσο σε πολλά άλλα δεδομένα της εποχής όσο και στη δική μου ψυχοσύνθεση τότε. Μα από αυτά τα γενικόλογα δεν καταλαβαίνεις τίποτα υποθέτω.

Αν θέλεις όμως πιο σοβαρές απαντήσεις, αναγράφονται όλες (αυτές που ξέρω εγώ τουλάχιστον) αναλυτικά στα προηγούμενα και επόμενα posts. Σε παραπέμπω εκεί για λόγους χώρου.
;)

 
At 9/18/2009, Anonymous vilma said...

ψάχνοντας για τα σεμινάρια του Καλογήρου....επεσα τυχαία στο blog σου... το κείμενο σου με εντυπωσίασε, γράφεις εκπληκτικά!!!

 
At 9/21/2009, Blogger evee said...

ευχαριτώ πολύ!! :)

 

Post a Comment

<< Home